Critique by Thanos Christou, art historian (in Greek)
[2000] Στην τελευταία δουλειά του ο Ηλίας Γιαννούλας παρουσιάζει μία σειρά προσωπογραφιών που έχει δουλέψει με την τεχνική του κάρβουνου.
Θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί γιατί ο ζωγράφος επιλέγει αυτή τη θεματογραφική περιοχή για να μιλήσει σήμερα. Θεωρούμενη ως ένα από τα "υψηλά" θέματα η προσωπογραφία έδωσε σε παλαιότερες περιόδους τη δυνατότητα να εξυμνηθούν οι ισχυροί, να τονιστούν ιδεαλιστικά χαρακτηριστικά, να λειτουργήσουν τα στοιχεία της μνήμης για αγαπημένα πρόσωπα.
Σήμερα που η φωτογραφία έχει σε μεγάλο βαθμό περιορίσει την ανάγκη να διατηρηθεί στη μνήμη μας το αγαπημένο πρόσωπο ή η σημαντική προσωπικότητα μέσω ενός ζωγραφικού έργου, φαίνεται παράξενη η προσπάθεια του καλλιτέχνη να μιλήσει με την προσωπογραφία και η απόπειρα επιβολής των μορφών του με καθαρά εικαστικά μέσα. Αλλά ίσως γι' αυτό στην εποχή μας η προσωπογραφία αποκτά ένα πολύ σημαντικότερο ρόλο, αφού ο γνήσιος καλλιτέχνης δεν μπορεί να αρκεστεί μόνο στην απλή ομοιότητα και στην πιστή μεταφορά του εικονιζόμενου προσώπου. Αυτό που κυρίως τον ενδιαφέρει είναι η ψυχολογική διείσδυση και η εσωτερική αλήθεια της μορφής.
Αν σταθούμε στα ίδια τα έργα παρατηρούμε ευθύς εξαρχής ότι το τελευταίο που έχει σημασία είναι το πρόσωπο που εικονίζεται. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γιαννούλας δεν επιλέγει "επώνυμους" για να ασχοληθεί μαζί τους. Τα ονόματα γι' αυτόν αλλά και για τον θεατή δεν παίζουν κανένα ρόλο. Ελκεται από τους απλούς ανθρώπους που βλέπει γύρω του, ανθρώπους που δεν έχουν μάθει να κρύβουν τα συναισθήματά τους. Και το στοιχείο που αναγορεύεται σε κυρίαρχο είναι ότι ο καλλιτέχνης δεν αρκείται μόνο στην πλήρη και απόλυτη μεταφορά των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών των εικονιζόμενων προσώπων, αλλά προχωρεί στην εξερεύνηση των ψυχολογικών χαρακτηριστικών τους. Με τον τρόπο αυτό αποκαλύπτει τις πιο μυστικές γωνίες της ζωής τους, όπως αυτές έχουν καθρεπτιστεί στα πρόσωπα. Αυτό που πραγματικά τονίζεται είναι το πως μιλούν οι βαθιές ρυτίδες του προσώπου, τα γεμάτα ενεργητικότητα μάτια, η φυσικότητα των στάσεων, η έκφραση των συναισθημάτων τους.
Πρόκειται για μορφές που εκδηλώνουν με αμεσότητα τις χαρές και τις λύπες τους, και τους φόβους τους. Ετσι από τον τεχνητό καθωσπρεπισμό και την επισημότητα των στάσεων, ο Γιαννούλας περνά στην απόλυτη φυσικότητα της απόδοσης και την καταγραφή της αλήθειας των μορφών του. Με τον τρόπο αυτό απλοί καθημερινοί άνθρωποι, συχνά καταφρονεμένοι και περιθωριακοί, αποκτούν μια διαφορετική διάσταση πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια. Χάνουν την ατομικότητα μιας συγκεκριμένης μορφής και μετατρέπονται σε εικόνες του τυπικού που καθρεφτίζουν χαρές και βάσανα, αναγορεύονται σε τύπους που δεν περιορίζονται στη λειτουργία τους στο γνώριμο καθημερινό περιβάλλον, αλλά εικονογραφούν την ίδια τη ζωή. Ακόμη και όταν οι μορφές μας στρέφουν τα νώτα τους χωρίς να διακρίνονται τα πρόσωπά τους έχουμε την αίσθηση ότι βλέπουμε γνωστές φιγούρες. Γιατί αυτή η δυνατότητα να εκφράζεται το ουσιαστικό περιεχόμενο δεν οφείλεται τόσο στα ατομικά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά όσο στην επιλογή των στάσεων, στα κουρασμένα σώματα, στα ρυτιδιασμένα μάτια, στους σκυφτούς ώμους, στα χαραγμένα μέτωπα.
Αν ήθελε κανείς να αναζητήσει που κρύβεται αυτός ο μαγνητισμός των προσώπων του Γιαννούλα αναμφισβήτητα νομίζω θα έμενε στα μάτια τους. Γελαστά ή βουρκωμένα, κουρασμένα ή διαπεραστικά, πάντα δίνουν την εντύπωση ότι προσπαθούν να πετύχουν μια βαθύτερη επαφή με το βλέμμα του θεατή. Και να το επισημάνουμε. Μέσα απ' αυτά τα μάτια βγαίνει όλη η αγάπη του ζωγράφου για τις μορφές του. Μια αγάπη που τονίζεται περισσότερο από τον τρόπο που χρησιμοποιεί το υλικό του και την έλλειψη του χρώματος, στοιχεία που υποβάλλουν ακόμη περισσότερο το χαρακτήρα των έργων του και το εκφραστικό περιεχόμενο των προσπαθειών του.
Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για έναν ακραίο ρεαλισμό στα έργα αυτά του Γιαννούλα, που όμως του δίνει τη δυνατότητα να προχωρήσει πολύ περισσότερο ανιχνεύοντας μέσα από την πλήρη καταγραφή των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών την εσωτερικότητα των μορφών του. Θα πρέπει δε πάντα να έχουμε κατά νου ότι ο πραγματικός ρεαλιστής ζωγράφος δεν ενδιαφέρεται μόνο για την εξωτερική πιστότητα και την ακρίβεια της περιγραφής αλλά κυρίως για την αλήθειά της.
Θάνος Χρήστου, ιστορικός τέχνης
Ο Ηλίας Γιαννούλας γεννήθηκε στην Κέρκυρα από Ελληνες γονείς στις 10 Φεβρουαρίου 1953 όπου ζει και εργάζεται. Είναι αυτοδίδακτος στη ζωγραφική.
Οι θεματικές περιοχές που διαπραγματεύεται από το 1976 είναι η προσωπογραφία, τοπιογραφία, νεκρή φύση, καρτούν, ελεύθερο σχέδιο και art designs. Οι τεχνικές που επιλέγει να εκφραστεί είναι η σινική μελάνη, ελαιογραφία, υδατογραφία, μεταξοτυπία και κυρίως το κάρβουνο.
Στο ενεργητικό του μέχρι σήμερα περιλαμβάνονται 5 ατομικές εκθέσεις (Λονδίνο – Ελλάδα) και πληθώρα ομαδικών εκθέσεων εντός και εκτός Ελλάδος. Επίσης, πολλές τιμητικές διακρίσεις και βραβεύσεις όπως: α) Α' βραβείο στην Πανελλήνια έκθεση εικαστικών τεχνών του φιλολογικού συλλόγου «Παρνασσός» στην Αθήνα το 2001, β) Δίπλωμα "ΤΙΜΗΣ ΕΝΕΚΕΝ" από τον σύλλογο Ελλήνων λογοτεχνών Ελλάδος το 2003 στο Hotel Holliday Inn στην Αθήνα, τιμώντας την Αρετήν, το ενδιαφέρον και ως επιβράβευση των εξαίρετων αυτού προσπαθειών και επιτεύξεων για τα γράμματα και τις τέχνες.
Δημοσιεύσεις έργων του και γενικώς μια πλούσια εικαστική δραστηριότητα έχει καταγραφεί επί 47 συναπτά έτη ως επαγγελματίας εικαστικός. Για την τριετία 2017-19 υπήρξε μέλος της πενταμελούς καλλιτεχνικής κριτικής επιτροπής της Δημοτικής Πινακοθήκης Κέρκυρας.
Έργα του βρίσκονται στη Δημοτική Πινακοθήκη Κέρκυρας, Κερκυραϊκή Πινακοθήκη, Βιβλιοθήκη Κέρκυρας, πινακοθήκη Δήμου Φενεού Αρχαίας Κορινθίας και σε ιδιωτικές συλλογές.